"/assets/images/mistforest1.jpg", "height"=>100, "width"=>100}" />
Πολλάκις σε συζητήσεις με φίλους έχει πέσει το θέμα του πρωτοδισκακισμού, δηλαδή του σχεδόν συμπαντικού (κατά τους πρωτοδισκάκιες) νόμου, σύμφωνα με τον οποίον ο πρώτος δίσκος ενός συγκροτήματος είναι ο καλύτερος. Πολλοί οι λόγοι πίσω από αυτό. Το πρώτο άλμπουμ μιας μπάντας συνήθως περιέχει υλικό το οποίο τα μέλη επεξεργάζονταν/προετοίμαζαν για χρόνια, το έχουν δουλέψει μέσα από demo/ep/split κυκλοφορίες, εν αντιθέσει με τους επόμενους δίσκους που μπορεί να βγουν διαδικαστικά υπό την πίεση ενός deadline. Ο νεανικός ενθουσιασμός είναι σίγουρα παράγοντας, σε μπάντες οι οποίες ξεκινάνε από μικρά σε ηλικία μέλη. Η ίδια η διάβρωση των μουσικών από τη βιομηχανία, αλλά και από τις απαιτήσεις που έχουν οι οπαδοί από αυτούς, ακόμη και από ένα εξουθενωτικό πρόγραμμα συναυλιών, δεν είναι αμελητέα. Τέλος, όταν έχεις στιγματιστεί από τον ήχο του ντεμπούτου σου, ιδιαίτερα όταν αυτό είναι επιτυχημένο, θέλει κουράγιο η αλλαγή μουσικής πλεύσης. Έτσι πολλοί καλλιτέχνες κάθονται και αναμασούν για μια δισκογραφία το ύφος του πρώτου δίσκου, καταλήγοντας σε κακέκτυπα του εαυτού τους.
Αναγνωρίζω πως ο νόμος του πρωτοδισκακισμού εφαρμόζεται σε πάμπολλες περιπτώσεις, αλλά από αντίδραση προσπάθησα να φτιάξω μια 15άδα άλμπουμ, από σχετικά γνωστά συγκροτήματα του black metal χώρου, τα οποία ξεπέρασαν το ντεμπούτο. Στη μεγάλη πλειοψηφία τους είναι οι δεύτεροι δίσκοι (μόνο ένας είναι ο τέταρτος), γεγονός που δείχνει πως το ζουμί της δισκογραφίας εντοπίζεται κατά βάση στα αρχικά δισκογραφικά βήματα.
Υ.Γ.: Οι Deathspell Omega είναι ιδιάζουσα περίπτωση. Θεωρώ καλύτερη τη δεύτερη περίοδό τους, στην οποία όμως άλλαξαν τελείως πρόσωπο, σε βαθμό που να είναι ένα διαφορετικό συγκρότημα. Βέβαια επί της δεύτερης περιόδου του ο πρωτοδισκακισμός ισχύει για μένα, καθώς θεωρώ το πρώτο άλμπουμ της (Si Monumentum) το καλύτερο. Καταπιάνομαι εδώ μόνο με τα δύο αρχικά άλμπουμ της πρώτης περιόδου.
Abigor - Nachthymnen (From The Twilight Kingdom) (1995)
Οι Αυστριακοί ξεκίνησαν με ένα μέτριο προς καλό ντεμπούτο, το Verwüstung του ’94, αλλά ήταν με το δεύτερο άλμπουμ, το Nachthymnen, που ξεχώρισαν για τα καλά. Νυχτερινή ατμόσφαιρα, λεπτή παραγωγή, μεσαιωνικούρα στο έπακρο. Η πρόοδος είναι σαφής σε όλους τους τομείς. Το υπέρτατο Scars in the Landscape of God εντυπώνεται από το πρώτο κιόλας άκουσμα στη μνήμη (τα γυναικεία φωνητικά δεν ξενίζουν). Η κορυφαία στιγμή τους, και από τα αψεγάδιαστα δείγματα mid 90’s black metal.
Absu –The Sun of Tiphareth (1995)
Το V.I.T.R.I.O.L. ήταν ένας δίσκος καλοπαιγμένου death metal, με thrash απολήξεις και τελετουργική εσάνς. Με το Sun of Tiphareth όμως, οι Absu καταστάλαξαν σε ένα στυλ, το οποίο ο όρος “black/thrash” φαντάζει μικρός για να το περιγράψει. Μακροσκελείς συνθέσεις, φίσκα σε κιθαριστικές ιδέες οι οποίες εξαφανίζουν την κόπωση του ακροατή. Πλήκτρα και ακουστικά περάσματα προσδίδουν ακόμη περισσότερο στην ποικιλία (αλησμόνητο το α λα Emperor σημείο στη μέση του Apzu). Άλμπουμ σταθμός.
Akercocke –The Goat of Mendes (2001)
Έχοντας ένα προειδοποιητικό “Rape of the Bastard Nazarene” στις πλάτες τους, οι Βρετανοί το 2001 με το “Goat of Mendes” άφησαν σύξυλο πολύ κόσμο. Κινηματογραφικό black/death, σατανίλα στο έπακρο (με b-movie-ική αφετηρία), και ένα υπέροχο δίπολο φωνητικών. Μεθυστικός δίσκος όπου δύσκολα ξεχωρίζεις κομμάτι (ίσως το “A skin for dancing in” να είναι ένα σκαλί παραπάνω στο μυαλό μου). Εκεί που οι Cradle of Filth έδειχναν τα πρώτα σημάδια κορεσμού, οι Akercocke πήραν τη σκυτάλη όσον αφορά το εκ Γηραιάς Αλβιόνας ορμώμενο ακραίο metal.
Bathory – Under the Sign of the Black Mark(1987)
Είμαι ο τελευταίος που θα αμφισβητήσει την ποιότητα και την επιρροή των 2 πρώτων δίσκων του Quorthon. Όμως το 1987 ο ψηλός ανέβηκε πολλά επίπεδα, αναπτύσσοντας το ακατέργαστο χυμαδιό των “Bathory” και “Return..”, μπολιάζοντάς το με ατμόσφαιρα (“13 Candles”), ψήγματα επικούρας (“Enter the Eternal Fire”, ή το δεύτερο μισό του “Equimanthorn”) που προϊδέασαν για τη συνέχεια, και με ακόμη περισσότερο σκοτάδι. Η συνθετική ενηλικίωση του Quorthon, ο οποίος παρέδωσε με το “Under the Sign..” ένα μνημείο που στοιχειώνει το πρώτο κύμα του black metal.
Burzum – Det Som Engang Var(1993)
Εδώ δυσκολεύουν τα πράγματα. Το ντεμπούτο του Varg είναι μνημειώδες από πολλές απόψεις (χρονολογία, ήχος, ακόμη και το one man band μοτίβο), κι έχει βαρύ οπλοστάσιο διεκδίκησης των πρωτείων. Από την άλλη, υπάρχουν και τα αριστουργήματα Hvis Lysset Tar Oss και Filosofem, που μαλλιοτραβιούνται μεταξύ τους για τον τίτλο του καλύτερου άλμπουμ. Σφήνα εκεί χώνεται το 2ο διαμάντι του Vikernes, το οποίο είναι αρκετά μεταβατικό, ισορροπώντας παρελθόν και μέλλον. Μελωδία (το τελείωμα του “Key to the Gate”) και προφητικός μινιμαλισμός (“Snu Mikrokosmos Tegn”) μπλέκονται έξοχα, σε ένα δίσκο που χάνεται λίγο μέσα στη δισκογραφία των Burzum, αλλά για μένα ξεπερνάει στα σημεία το ομώνυμο.
Cradle of Filth – Dusk & her Embrace(1996)
Καλό το “Principle..” και άγιο το “Vempire”, αλλά εδώ τυποποιήθηκε πλήρως ο ήχος της πρώτης και ουσιαστικής περιόδου του συγκροτήματος. Γοτθικό black, που χρωστάει πολλά στο κλασσικό heavy (εμφανείς οι Mercyful Fate και Maiden επιρροές στις κιθάρες), πλήκτρα με ΝΟΗΜΑ, love them or hate them φωνητικά, στίχοι που προσεγγίζουν σε μήκος διήγημα (ποτισμένοι από το wit του Dani, ο οποίος τότε ήταν σε μεγάλα κέφια). Αριστουργήματα σαν τα “Funeral in Carpathia” και “Gothic Romance” δεν έχουν προηγούμενο ή επόμενο. Η κορωνίδα των Filth, ένας δίσκος ο οποίος χλευάστηκε από πολλούς trve τύπους, οι οποίοι πολύ θα ήθελαν να έχουν γράψει έστω κι ένα κομμάτι του.
Darkthrone – A Blaze in the Northern Sky/Under a Funeral Moon/Transilvanian Hunger(1992-93-94)
Κλέβω γιατί δεν μπορώ να ξεχωρίσω μεταξύ 2ου, 3ου και 4ου άλμπουμ των Darkthrone. Το καθένα έχει προσωπικό ύφος, με το “Blaze..” να κινείται σε απόκοσμα, σχεδόν υπερβατικά, μονοπάτια, το “Under..” να είναι το πιο βατό αλλά και δηλητηριώδες της τριάδας, ενώ το “Transilvanian” στέκεται μονάχο μέσα στην απάνθρωπη μονοτονία του. Το ντεμπούτο “Soulside Journey” ήταν εξαιρετικό δείγμα τεχνικού death, αλλά κακά τα ψέμματα, τα αριστουργήματα κυκλοφόρησαν όταν οι Darkthrone αποφάσισαν να μαυρίσουν, από το δεύτερο δίσκο κι έπειτα.
Deathspell Omega – Inquisitors of Satan(2002)
Δε θα καταπιαστώ με τη δεύτερη (και καλύτερη) περίοδο των Γάλλων, καθώς η αλλαγή του ύφους ήταν σχεδόν ανυπολόγιστη. Όσον αφορά όμως τα 2 πρώτα τους, το “Inquisitors” είναι μίλια μπροστά σε σχέση με το πολύ μέτριο πρώτο “Infernal Battles”. Νορβηγοπρεπές, με riff διαμάντια, παθιασμένο μέχρι τα μπούνια (“Our Skies are forever black!” βρυχάται με το καλημέρα ο Shaxul), το “Inquisitors” διαπνέεται από κολασμένη δαιμονικότητα, την οποία ταβάνιασαν οι Deathspell εδώ, κλείνοντας πανηγυρικά την πρώτη εποχή τους. 2 χρόνια μετά αλλάξανε για πάντα το black metal χάρτη, αλλά το δεύτερο άλμπουμ ακόμη σκορπά παραδοσιακό δηλητήριο.
Dodheimsgard – Monumental Possession(1996)
Κινούμενο σε γνωστά για την εποχή χωράφια, το Kronet til Konge δεν εξέπληξε, αλλά ήταν αξιοπρεπές. Έλα όμως που στο “Monumental Possession” οι Dodheimsgard σοβαρεύτηκαν, μοίρασαν το ύφος (καθαρόαιμο οξύ/black-thrash/πνιγερό avant-garde) και τα φωνητικά στα 3 (ο Vicotnik κλέβει την παράσταση για μένα με την σκατοψυχίλα του), έσπειραν παρανοϊκούς thrash ορυμαγδούς και έδρεψαν αποκαλυπτικούς εφιάλτες. Εδώ φαίνεται πλέον το μέγεθος του συγκροτήματος, που λίγα χρόνια μετά γκρέμισε τα πάντα στο διάβα του.
Gehenna – Seen through the Veils of Darkness(1995)
Το κατά πόσο το “First Spell” θεωρείται πρώτο full-length δεν είναι απόλυτα ξεκάθαρο λόγω της διάρκειάς του, αλλά η μπάντα φαίνεται να το τοποθετεί ως ντεμπούτο. Το “First Spell” λοιπόν ήταν ένα άρτιο δείγμα (του αυτοχαρακτηριζόμενου από το συγκρότημα ως) “ghost metal”, αλλά μας άφησε διψασμένους για περισσότερο υλικό. Το Second Spell ικανοποίησε και με το παραπάνω, διευρύνοντας το όραμα των Gehenna, μη διστάζοντας να ενσωματώσει λίγα heavy στοιχεία, ενώ όταν ήθελε να γίνει μεγαλειώδες τα κατάφερνε καλύτερα από τους περισσότερους (χαρακτηριστική η εξύψωση του ομώνυμου και η αφήγηση του “A Myth..”). Majestic black metal στα καλύτερά του.
Immortal – Pure Holocaust(1993)
Το “Diabolical Fullmoon Mysticism” μπορεί να είναι ένα συμπαθητικό ντεμπούτο, αλλά οποιαδήποτε σύγκρισή του με τον ογκόλιθο “Pure Holocaust” είναι εξίσου γραφική με το “Call of the Wintermoon” video-clip. Οι παγοκολώνες εδώ υψώθηκαν ψηλότερες από κάθε άλλη φορά, η καταχνιά των “Unsilent storms in the Northern Abyss” δεν ξεπεράστηκε ποτέ, ο ήλιος από τότε ανατέλλει κουρασμένος. Πάρτε και ένα ανάποδα παιγμένο Empire theme από Star Wars στο ομώνυμο που κλείνει το δίσκο, πάρτε και το περιηγητικό “As the Eternity opens”. Και το επόμενο “Battles in the North” ξεχώρισε, αλλά το σκοτεινό ψύχος του “Pure Holocaust” στέκει ανεξίτηλο στο φως των ετών.
Leviathan – Massive Conspiracy against all life(2008)
Τέταρτο άλμπουμ του Wrest, ο οποίος είχε μέχρι τότε κυκλοφορήσει ένα κάρο πράγματα. Το κύκνειο άσμα του (όπως νομίζαμε τότε) είναι και ότι ουσιαστικότερο προσέφερε στο Είδος, μαζί με το “Lurker of Chalice”. Μεγαλειώδεις, στρυφνές δομές, δασύπτυχος ήχος με βασανιστικά αργά σημεία να διαδέχονται τις λυτρωτικές, σχεδόν θρησκευτικές εξάρσεις ταχύτητας. Ορθόδοξο στην ψυχή αλλά όχι στη λογική του, το “Massive conspiracy..” στέκει ως ορόσημο, όχι μόνο του US, αλλά ολόκληρου του μαυρομεταλλικού χώρου των 00’s. Απαραίτητο.
Marduk – Opus Nocturne(1994)
Οι Σουηδοί έδωσαν προσωπικό στίγμα με το “Those of the Unlight”, το οποίο εν μέσω τυπικού μαύρου μέταλλου περιείχε κάποια κλασσικά πλέον κομμάτια. Το βήμα παραπάνω όμως ήρθε με το δεύτερο δίσκο, το φανταστικό “Opus Nocturne”. Πολεμοχαρές (με πολύ πιο ύπουλο τρόπο από το “Panzer Division Marduk”), νυχτερινό, μελωδικό επί της ουσίας. Ακρογωνιαίος λίθος του σουηδικού black metal, το “Opus Nocturne” έχει μεν διακριτά υπερέπη, αλλά παράλληλα δε χάνει τη συνοχή του, κυλώντας ως ένας ιδιαίτερα ευκολοάκουστος δίσκος.
Satyricon – The Shadowthrone(1994)
Το “Shadowthrone” δεν είναι ο καλύτερος δίσκος των Satyricon. Είναι όμως με διαφορά καλύτερος από το “Dark Medieval Times”, το οποίο ναι μεν πατάει κάτω πολλούς δίσκους της εποχής, αλλά χωλαίνει τόσο σε παραγωγή, όσο και συνθετικά. Ο δεύτερος δίσκος των Νορβηγών ξεκινά με το ανυπέρβλητο “Hvite Krists Død” το οποίο δείχνει τη βελτίωση της μπάντας σε όλους τους τομείς. Η ποικιλία είναι μεγάλη, τόσο εντός των κομματιών, όσο και στο σύνολο του άλμπουμ. Από Enslaved-inspired viking black στο “Vikingland”, έως κοκαλωμένα/παγωμένα ριφ (άκου το “Dominions of Satyricon” μετά το πρώτο λεπτό). Οι Satyricon αργότερα εξέλιξαν τον ήχο τους, το “Shadowthrone” δε χάνει όμως τίποτα από την αίγλη του ακόμη και σήμερα.
Summoning – Minas Morgul(1995)
Αρχίσαμε με Αυστρία και με αυτή θα κλείσουμε. Οι Summoning άλλωστε είναι σχεδόν αδελφοποίητοι με τους Abigor. Και αυτοί, στον πρώτο δίσκο (“Lugburz”) παρουσίασαν ευχάριστο αλλά τυπικό υλικό, χωρίς να εντυπωσιάσουν. Στο “Minas Morgul” της ίδιας χρονιάς (1995) αλλάζουν το πρόσωπό τους, αποποιούμενοι το καθαρό black για χάρη ενός αρκετά synth-based ήχου, ο οποίος θυμίζει soundtrack. Ευτυχώς οι κιθάρες δε χάνονται στο βωμό των πλήκτρων, και κεντάνε ανατριχιαστικά, μακροσκελή riffs, τα οποία κολλάνε στη μνήμη σα βεντούζα, χωρίς να ξεφεύγουν από mid-tempo ταχύτητες. Η δισκογραφία τους από το “Minas Morgul” κι έπειτα διατηρήθηκε σε υψηλό επίπεδο, αλλά εδώ ξεκίνησαν ουσιαστικά όλα.