"/assets/images/music/inflagrante.jpg", "height"=>100, "width"=>100}" />
Ο λατινικός όρος “in flagrante delicto” είναι πρωτίστως νομικός, και σημαίνει πάνω-κάτω “πιάστηκε στα πράσα τη στιγμή του εγκλήματος”, κατ’ αντιστοιχία του βρετανικού “caught red-handed”. Στην πρωτότυπη μορφή του ο όρος είναι σαφώς πιο βαρύγδουπος, επιτρέποντας στη μη λατινομαθή φαντασία που δε γνωρίζει το πραγματικό νόημά του, να την εκμεταλλευτεί ως εντυπωσιακή αφετηρία για δημιουργία πλασματικών μεν, εξωτικών δε νοητικών αναπαραστάσεων. Οι δικοί μας (Αθηναίοι) ομώνυμοι ambient blacksters, στοχεύουν σε μια αντίστοιχη σκοτεινή ηχητική εικονοπλασία με το πρώτο τους full length “Ultio”, του οποίου προηγήθηκε το περσινό “Apatris” ep.
Η μπάντα αυτοχαρακτηρίζεται ως “suicidal/shoegaze” black metal. Με τους συγκεκριμένους όρους έχω μια σχετική αλλεργία, οπότε και προτίμησα να προσεγγίσω το ύφος τους υπό το πρίσμα του ambient black, το οποίο νομίζω πως ανταποκρίνεται ένα “τσακ” καλύτερα στον ήχο τους, χωρίς να μπορώ να παραγνωρίσω βέβαια και τη suicidal αφετηρία. Οι in flagrante delicto καταπιάνονται με αντιφασιστικά/αντισεξιστικά θέματα(απ’ ότι λένε οι ίδιοι, καθώς στίχοι υπάρχουν μόνο σε ένα κομμάτι, και αυτοί δεν είναι άμεσα διαθέσιμοι), μια ευπρόσδεκτη κίνηση εντός του γενικότερου μαυρομεταλλικού χώρου. Για να μπούμε όμως στο ψητό, τι έχουμε λοιπόν στα 35 περίπου λεπτά του άλμπουμ;
Το intro μας βάζει πάνω κάτω στο νόημα· ξεκινά με μια επιβλητική μανιέρα που σκάει In the Nursery (Scherzo κανείς;) μνήμες, ωθείται μέσω μιας μοναχικής, παραμορφωμένης κιθάρας, και εκπνέει αποπνικτικό μπουντρουμέ οξυγόνο. Αυτό το dungeon feeling, νοτισμένο με κατανυκτική, ιερουργική εσάνς, διαπερνά από άκρη σε άκρη ολόκληρο το δίσκο. Οι κιθάρες είναι μετρημένες στην παρουσία τους, κοκαλωμένες και παραμορφωμένες με ουσιαστικό τρόπο, κεντώντας επαναλαμβανόμενα riffs. Κάτι από τη σουποειδή κιθαριστική λογική των Xasthur ελοχεύει στη σύνθεση.Το μπάσο είναι ο μελωδικός οδηγός εδώ, ο οποίος κρατά μπροστά μας τη λάμπα που φωτίζει τις ηχητικές κατακόμβες. Μια λάμπα που τρεμοπαίζει, και πολλές φορές αφήνει τον ακροατή στο έλεος των θρηνητικών/φασματικών γόων, οι οποίοι αποτελούν το ένα από τα μοτίβα των φωνητικών. Η φωνή γενικά σαπίζει ευχάριστα όταν τις δίνεται χώρος ανάμεσα σε sample-αρισμένες ομιλίες (μεγάλο thumbs up για τα αντιμπατσικά συνθήματα στο «Antigrecia», τα οποία όλως παραδόξως δε στέκονται παράτερα εντός της όλης ατμόσφαιρας) και κουρνιαχτούς νεκρών. Τα πλήκτρα δεν φορτώνουν τον ήχο, υπακούοντας στη μινιμαλιστική διάθεση της κυκλοφορίας. Το κλίμα ενός σκοτεινού ταξιδιού εντός μιας μεσαιωνικής φυλακής, σε αργόσυρτους ψυχοβγαλτικούςρυθμούς, είναι διάχυτο.
Το “Ultio” με εξέπληξε ευχάριστα. Ακροβατεί μεταξύ του συνθάτου dungeon ambient και του απειλητικού black metal με ιδιαίτερη φρεσκάδα, και δεν πέφτει στην παγίδα του παραπληγικού depressive black (έχουμε ακούσει αίσχη και σκουπίδια από αυτό το χώρο ανά καιρούς). Κατ’ εμέ είναι ένα αδιάσπαστο σύνολο στην οντότητά του, συνυπολογίζοντας και την επανάληψη μουσικών θεμάτων καθ’ όλη τη διάρκεια του δίσκου. Μια διαδρομή εντός των υπογείων που έχουν κατά νου τα 2 μέλη, μια περιηγητική διάθεση η οποία περνάει στον ακροατή. Η πολιτική στάση που κρατά η μπάντα μόνο θετικά προσμετράται στο τελικό αποτέλεσμα.