"/assets/images/films/drakophe.jpg", "height"=>100, "width"=>100}" />
Χτες αξιώθηκα επιτέλους να δω τον Αδάμαστο (Τα χρονικά του Δρακοφοίνικα), στα πλαίσια του SFF-Rated Athens festival. Για άγνωστους πλέον λόγους είχα χάσει την avant-premiere το Σεπτέμβρη, και από τότε, παρόλο που η ταινία προβλήθηκε για μικρό διάστημα σε διάφορες αίθουσες, δεν πήρα την πρωτοβουλία να την παρακολουθήσω. Ευτυχώς ξεκουνήθηκα εν τέλει, και κατάφερα να δω την πρώτη “ουσιαστική” ελληνική ταινία ηρωικής φαντασίας (το Γιαγκόναν μόνο ως γραφική παρωδία μπορεί να εκτιμηθεί) σε μεγάλη οθόνη.
Πάμε να δούμε πρώτα τα αρνητικά σημεία. Οι ερμηνείες είναι ως επί τω πλείστον ερασιτεχνικές, αναδεικνύοντας το αυθόρμητο του εγχειρήματος. Η ελληνική γλώσσα, όπως έχω αναφέρει πολλάκις δεν ταιριάζει στην ηρωική φαντασία (στη μορφή που έχει καθιερωθεί εδώ και έναν αιώνα σχεδόν, δεν αντιλέγω πως τα 2 τεράστια Ομηρικά αριστουργήματα είναι κολοφώνες του είδους), ιδιαίτερα αν έχεις ασχοληθεί εκτεταμένα με την παγκόσμια παραγωγή, και έχεις καλουπωθεί με αυτόν τον τρόπο από την αγγλική. Είναι σημεία στην ταινία που γελάς χαιρέκακα με τις εξελληνισμένες ατάκες. Το σενάριο έχει κάποια ασαφή σημεία (για παράδειγμα ήμουν σχεδόν σίγουρος στο πρώτο μισό της ταινίας πως το χωριό του πρωταγωνιστή ήταν εκτός του αυτοκρατορικού χάρτη, ή έστω αρκετά μακριά από το πεδίο δράσης), και ειδικά για τον αμύητο (όπως είμαι εγώ) στα κόμικ του Ρουμπούλια μπορεί να δημιουργήσει απορίες.
Όλα αυτά όμως είναι δευτερεύουσας σημασίας. Η ταινία σπέρνει, δημιουργώντας ρίγη ευχαρίστησης στον θεατή. Πρώτο και κύριο πλεονέκτημα για μένα είναι η απόφαση να περιοριστούν σε μη αστικά τοπία, εκμεταλλευόμενοι πλήρως την ελληνική ύπαιθρο. Με αυτόν τον τρόπο ξεπεράστηκε ο σκόπελος του “πως-να-φτιάξουμε-την-πόλη; εμπρός-για-full-computer-rendered-graphics”. Αντί να μας φλομώσουν με CGI, οι δημιουργοί προτίμησαν τις χιονισμένες βουνοπλαγιές, τα αστείρευτα δάση, τα δασύτριχα pastures. Και τα κατάφεραν διάνα, με μπροστάρη μια κάμερα, η οποία φαίνεται πως έχει μαθητεύσει στο πως να περνά το επικό συναίσθημα, με απόμακρα περιστροφικά πλάνα, με όσο πρέπει κράτημα του αγναντεύματος. Θερίζει ανατριχίλες και ιαχές. Το κοσκίνισμα σε down to basics στοιχεία αποτελεί γενναία αναφορά στα βασικά επικά στοιχεία· φωτιά-πάγος-γη-δέντρο. Εκεί που ο πρώτος Κόναν έσπειρε, ο Αδάμαστος δρέπει.
Στα του ήχου έχουμε έναν συνθέτη ο οποίος πίνει πολύτιμους λίθους στο όνομα του τεράστιου Βασίλη Πολυδούρη. Πολλές φορές έπιασα τον εαυτό μου να αναρωτιέται αν αυτό που τώρα παίζει είναι διασκευή του Theology/Civilisation ή του Orphans of Doom. Αλλά η ομοιότητα όχι μόνο δε με χάλασε, αλλά με χαροποίησε ιδιαίτερα, γιατί κακά τα ψέμματα, μετά την ακρόαση του soundtrack της Μεγάλης ταινίας γίνομαι αηδιαστικό φανμπόη, θέλω ανθούς να φυτρώνουν από το ίχνος του Μεγάλου. Ιδιαίτερα στο συνδυασμό πλάνων και μουσικής, ο Αδάμαστος τα πήγε περίφημα, προκαλώντας δάκρυα.
Κι ερχόμαστε στην αλληλεπίδραση συγκεκριμένων χαρακτήρων, στο δέσιμο αυτής της αρμάδας μισθοφόρων με το ατιθάσευτο πνεύμα του Ντράγκαρ αλλά και με το θεατή. Θυμάται κανείς εκείνο τον πίνακα του Elmore, το Fellowship of the Lance; Αυτό το τελείως φανταστικό, αλλά τόσο δυνατό στο δικό μου υποσυνείδητο, έργο τέχνης. Εκεί που η comraderie γίνεται η σημαία της δεμένης παρέας πολεμιστών, εκεί που η φωτιά πυρώνει τα ακροδάχτυλα των awaiting-the-battle adventurers. Εκεί που καλώς δε ντράπηκαν οι συντελεστές της ταινίας να μπολιάσουν την αφήγηση με αδρό a cappella sing-along ταβερνιάρικο ύμνο (ο οποίος συγκινεί υπέρ το δέον – λύκοι του βορρά, κτλ). Ο σκηνοθέτης πρέπει να είναι μεγάλος old school rpg-ας, δεν παίζει. Δε γίνεται αλλιώς να αναπτύσσονται μέσα σου κατά την πορεία της ταινίας (για την οποία διάβασα ότι είναι μεγάλη σε διάρκεια – γελάω μόνο) τέτοια αδελφικά αισθήματα και πηγαία συμπάθεια για μέλη της ομάδας τα οποία δεν είπαν ούτε μια άμετρη κουβέντα στην ταινία. Τι κι αν ήταν σχεδόν κλοπή από Κόναν/13ο Πολεμιστή η σκηνή πριν την επίθεση των βαρβάρων; Με ζύμωσε όπως έπρεπε. Ο Falco ήταν πρωταγωνιστής στα χνάρια των έξυπνων ηρώων της μυθολογίας, αντιστάθμισε την καφρίλα του Ντράγκαρ όπως του έπρεπε. Επίσης, σιγά μη δε σταθώ στο τελικό τέρας, το οποίο ΕΥΤΥΧΩΣ ήταν αγνή πλαστελίνη, ευτυχώς είχε τόσο παλιακή σχεδίαση, και πέτυχε το στόχο του απόλυτα. Να αναφέρω και τα σκίτσα στους τίτλους τέλους, που με έκαναν να θέλω να ξαναδιαβάσω forgotten realms campaigns μου, να θέλω να ξαναπεράσω ένα χέρι την “Art of Dragonlance”.
Ο Αδάμαστος είναι ταινιάρα από τις λίγες για όσους έχουμε μεγαλώσει με Κόναν, με αισθητική δεύτερης έκδοσης Ad&d, με Fafhrd και Grey Mouser, με τα λοιπά αριστουργήματα της sword&sorcery. Φεύγοντας από την αίθουσα, ενώ αναζητούσα στυλό για να βαθμολογήσω την ταινία, το παιδί που μου το έδωσε μου λέει μη βάλεις μόνο βαθμό, γράψε έκθεση μπας και ελεηθούν και βγάλουν 2ο μέρος. Συμφωνώ απόλυτα, συνυπογράφω τη δήλωση, κι ελπίζω πως σε κανένα χρόνο θα έχουμε το επόμενο μέρος.