"/assets/images/books/nightmaster1.jpg", "height"=>100, "width"=>100}" />
Ένα πρόβλημα που έχω με τη μεγάλη πλειοψηφία των σύγχρονων (post-70s) βιβλίων φαντασίας είναι η πεζότητα της γραφής1. Μπορεί η πλοκή και το χτίσιμο του κόσμου να είναι πραγματικά ενδιαφέροντα αλλά η φτώχεια και η προβλεψιμότητα της έκφρασης, η έλλειψη ενός αξιοπρόσεκτου ρυθμού και του όποιου λυρισμού πέραν του πλέον τετριμμένου, κάνει πολλές φορές την ανάγνωση βάσανο, πόσο δε μάλλον όταν μιλάμε για τούβλα των 500+ σελίδων.
Αυτό είναι ο βασικός λόγος που λάτρεψα το Night’s Master της Tanith Lee (1978) που διάβασα πρόσφατα, το πρώτο βιβλίο στον κύκλο Tales from the Flat Earth2, μια συλλογή διηγημάτων που κινούνται ανάμεσα στο παραμύθι και τον θρύλο, θυμίζοντας σημεία του Σιλμαρίλιον, τις βινιέτες του Time & the Gods του Λόρδου Ντανσάνι, αλλά και τις Χίλιες και μία νύχτες καθώς και διάφορες άλλες μυθολογικές ιστορίες και παραμύθια. Όσον αφορά την πλοκή, ο άξονας που διαπερνά τα διηγήματα είναι ο αθάνατος Άζραρν, άρχοντας των δαιμόνων που κατοικούν κάτω από τη γη, και οι (σχεδόν πάντα θανάσιμες για τους θνητούς) αλληλεπιδράσεις του με τους ανθρώπους, δίχως ο ίδιος να βρίσκεται παρά ελάχιστα στο προσκήνιο – πρόκειται για έναν σαγηνευτικό σπορέα του κακού, της δυστυχίας και των βασάνων. Ο κόσμος του βιβλίου τοποθετείται σε ένα μακρινό προβιομηχανικό παρελθόν, λάμπει με την αχλή του θρύλου και χαρακτηρίζεται από την εύπλαστη και μαγική φύση του παραμυθιού.
Η γλώσσα είναι λυρική, περίτεχνη, με τρομερό ρυθμό, αναπάντεχες παρομοιώσεις και πλούτο λέξεων, πραγματική απόλαυση κατά την ανάγνωση, κάθε σελίδα και επωδός. Ενδεικτικά η πρώτη παράγραφος, το άνοιγμα του βιβλίου:
One night, Azhrarn Prince of Demons, one of the Lords of Darkness, took on him, for amusement, the shape of a great black eagle. East and west he flew, beating with his vast wings, north and south, to the four edges of the world, for in those days the earth was flat and floated on the ocean of chaos. He watched the lighted processions of men crawling by below with lamps as small as sparks, and the breakers of the sea bursting into white blossoms on the rocky shores. He crossed, with a contemptuous and ironic glance, over the high stone towers and pylons of cities, and perched for a moment on the sail of some imperial galley, where a king and queen sat feasting on honeycomb and quails while the rowers strained at the oars; and once he folded his inky wings on the roof of a temple and laughed aloud at men’s notions of the gods.
Υπάρχουν, τέλος, κάποιες αναπάντεχες και αρκετά παράξενες σκηνές σεξ (γραμμένες όμως με λυρισμό και φιλτραρισμένες από ένα παραμυθένιο πρίσμα) που προσδίδουν κατά περίεργο τρόπο στην ονειρική/παραμυθένια ατμόσφαιρα του βιβλίου. Αποκορύφωση το ζευγάρωμα ενός νανοειδούς δαίμονα με μια μεγάλη αράχνη, σκηνή που θα μπορούσε να έχει γράψει ένας πονηρός και λάγνος Τόλκιν για τον έρωτα του νάνου Μιμ με κάποια αδερφή τη Σέλομπ.
Άκρως προτεινόμενο βιβλίο που στέκει επάξια πλάι στις κορυφές των διηγημάτων φαντασίας όπως το προαναφερθέν Time & the Gods, η εποποιία του Kane από τον Karl Edward Wagner, τα ανδραγαθήματα των Φαφρντ και Γκρίζου Γάτου από τον Λάιμπερ, τις άφταστες κορυφές των Χάουαρντ και Μούρκοκ.
Υπάρχουν σαφέστατα εξαιρέσεις αλλά κάποιες από αυτές πάσχουν σε άλλους τομείς ή απλά δεν είναι του γούστου μου θεματολογικά, οπότε πρέπει να ευθυγραμμιστούν πολλά αστέρια για να ενθουσιαστώ πραγματικά. ↩
Έχω ιδιαίτερη αδυναμία σε κοσμολογίες όπου η γη είναι επίπεδη, όπως ήταν στις δύο πρώτες εποχές της Μέσης Γης, γιατί υπάρχει η ελπίδα ότι το έδαφος και η θάλασσα, ο πλοηγήσιμος δηλαδή κόσμος, μπορεί να επεκτείνεται επ’ άπειρον προς κάθε κατεύθυνση, να μην περιορίζεται δηλαδή από το εξ ορισμού κλειστό σχήμα της σφαίρας ↩